Η μάχη του Ρόσμπαχ
5 Νοεμβρίου 1757
Η μάχη του Ρόσμπαχ ανάμεσα στον πρωσικό στρατό του Μεγάλου Φρειδερίκου και τις ενωμένες δυνάμεις του γαλλικού και αυτοκρατορικού στρατού της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας διεξήχθη στις 5 Νοεμβρίου 1757 κοντά στον οικισμό του Ρόσμπαχ της δυτικής Σαξονίας. Ήταν η μοναδική φορά που οι στρατοί των Πρώσων και Γάλλων συναντήθηκαν στο πεδίο της μάχης σε όλη τη διάρκεια του πολέμου. Η μάχη αποτέλεσε σημείο καμπής στην εξέλιξη του Επταετούς Πολέμου, αφού η Γαλλία δεν επιδίωξε να συγκρουστεί ξανά με την Πρωσία και η Βρετανία αύξησε την οικονομική υποστήριξη της προς τον Φρειδερίκο. Η μάχη θεωρείται ακόμα μια από τις μεγαλύτερες νίκες του Φρειδερίκου, αφού κατόρθωσε να νικήσει ένα αντίπαλο με διπλάσια δύναμη με τις ελάχιστες απώλειες.
ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Η ήττα στη μάχη του Κολίν ανάγκασε τον Φρειδερίκο να οπισθοχωρήσει στη Σαξονία. Στις 20 Ιουνίου 1757 έλυσε την πολιορκία της Πράγας επιτρέποντας στον στρατάρχη von Daun και τον Πρίγκιπα Κάρολο να ενώσουν τις δυνάμεις τους. Ο Φρειδερίκος διαίρεσε το στρατό του σε δυο τμήματα των 34.000 αντρών το καθένα και άφησε τον αδελφό του Πρίγκιπα Αύγουστο Γουλιέλμο στη Βοημία να επιτηρεί τους Αυστριακούς. Στις 23 Ιουνίου οι Αυστριακοί επιτέθηκαν στον Αύγουστο Γουλιέλμο και κατέλαβαν την βάση των Πρώσων στο Zittau, αναγκάζοντας τον να υποχωρήσει στη Σαξονία με το διαλυμένο στρατό του. Ο Φρειδερίκος έγινε έξαλλος με αυτό το γεγονός και επέπληξε τον αδελφό του, ο οποίος πέθανε από εγκεφαλικό λίγες ημέρες αργότερα.
Στα τέλη του Ιουνίου ο ρωσικός στρατός δύναμης 55.000 αντρών υπο τη διοίκηση του στρατάρχη S.F. Apraksin εισέβαλλε στην ανατολική Πρωσία. Στις 5 Ιουλίου οι Ρώσοι κυρίευσαν το λιμάνι του Μεμέλ και κατευθύνονταν προς το Koenigsberg. Ο πρωσικός στρατός που υπερασπίζονταν την ανατολική Πρωσία ήταν δύναμης 32.000 αντρών υπό τη διοίκηση του στρατάρχη Hans von Lehwaldt. Οι Πρώσοι αντιμετώπισαν τους Ρώσους στο Gross-Jaegersdorf στις 30 Αυγούστου και ηττήθηκαν χάνοντας 4.500 άντρες περίπου. Ο von Lehwaldt υποχώρησε με το στρατό του ανενόχλητος, αφού οι Ρώσοι δεν τον κατεδίωξαν. Η απουσία ενός συστήματος διοικητικής μέριμνας και λογιστικής υποστήριξης ήταν ένα διαχρονικό πρόβλημα του ρωσικού στρατού που φάνηκε ξεκάθαρα στον Επταετή Πόλεμο. Οι Ρώσοι δεν κατάφεραν να κυριεύσουν το Koenigsberg και οπισθοχώρησαν στην Πολωνία τον Οκτώβριο.
Τα κρατίδια της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας με απόφαση της αυτοκρατορικής Δίαιτας κήρυξαν τον πόλεμο στον Φρειδερίκο και συγκέντρωσαν μια δύναμη 11.000 αντρών. Οι σύμμαχοι των Αυστριακών Γάλλοι είχαν ήδη διασχίσει το Ρήνο με σκοπό να στρέψουν την προσοχή του Φρειδερίκου στα δυτικά ώστε να τον αναγκάσουν να ελαττώσει την πίεση προς τον αυστριακό στρατό. Μια γαλλική στρατιά δυνάμεως 60.000 αντρών υπο τον στρατάρχη Louis Charles César Le Tellier εισέβαλλε στο κρατίδιο του Αννόβερο και νίκησε τον ενωμένο στρατό του Αννόβερου και της Βρετανίας στη μάχη του Hastenbeck στις 26 Ιουλίου. Τον επόμενο μήνα μια δεύτερη γαλλική στρατιά υπό τη διοίκηση του αντιστράτηγου Charles de Rohan, Πρίγκιπα του Soubise προέλασε από το Στρασβούργο μαζί με τον αυτοκρατορικό στρατό προς το Βραδεμβούργο. Οι δυο σύμμαχοι σχεδίαζαν να ενωθούν με τον αυστριακό στρατό του Πρίγκιπα Καρόλου στη Σιλεσία. Συνειδητοποιώντας το σοβαρό κίνδυνο που αποτελούσαν οι Γάλλοι στα δυτικά, ο Φρειδερίκος χώρισε το στρατό του σε δυο τμήματα για άλλη μια φορά. Στις 25 Αυγούστου άφησε μια δύναμη 40.000 αντρών υπό τη διοίκηση του Αυγούστου-Γουλιέλμου Δούκα του Μπραουνσβάιγκ στη Σιλεσία και με τους υπόλοιπους 22.000 άντρες του προέλασε δυτικά από το Leitmeritz της βόρειας Βοημίας για να αντιμετωπίσει το γαλλικό και γερμανικό αυτοκρατορικό στρατό. Οι Αυστριακοί άρπαξαν τότε την ευκαιρία και νίκησαν τους Πρώσους στη μάχη του Moys στις 7 Σεπτεμβρίου 1757 και εισέβαλαν στη Σιλεσία, όπου τους νίκησαν για ακόμη μια φορά στη μάχη του Μπρεσλάου στις 22 Νοεμβρίου.
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ
ΟΙ ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΔΥΟ ΣΤΡΑΤΩΝ
Η προέλαση του Φρειδερίκου προς τα δυτικά ήταν γρήγορη. Ο πρωσικός στρατός διάνυσε 274 χλμ. σε δεκατρείς μόνο ημέρες, αλλά οι Σύμμαχοι δεν επεδίωκαν τη σύγκρουση μαζί του. Οι ελιγμοί των δυο στρατών ήταν ατέρμονοι και κατέληξαν σε αδιέξοδο. Στις 15 Σεπτεμβρίου οι Πρώσοι μπήκαν στην πόλη Gotha της δυτικής Σαξονίας. Μαθαίνοντας ένα μήνα αργότερα για μια επιδρομή των Αυστριακών του αντιστράτηγου Andreas Hadik στο Βερολίνο, ο Φρειδερίκος αναγκάστηκε να κατευθυνθεί βόρεια προς την πρωτεύουσα, αφήνοντας τον στρατάρχη James Keith να επιτηρεί τα περάσματα στον ποταμό Saale. Προς τα τέλη Οκτωβρίου ο γαλλο-αυτοκρατορικός στρατός, διαπιστώνοντας την απουσία του Φρειδερίκου, διέσχισε τον ποταμό Saale και κατευθύνθηκαν προς τη Λειψία. Η αντίδραση των Πρώσων ήταν άμεση. Ο Φρειδερίκος άφησε το Βερολίνο στις 28 Οκτωβρίου και προέλασε νότια προς τη Λειψία. Εκεί έφτασαν ο Δούκας Φερδινάνδος του Μπραουνσβάιγκ με το στρατό του από το Μαγδεμβούργο και ο Πρίγκιπας Moritz του Anhalt-Dessau με τους άντρες του. Στις 31 Οκτωβρίου οι Πρώσοι έφτασαν στον οικισμό Weissenfels που βρίσκονταν στις όχθες του ποταμού Saale. Κυρίευσαν την πόλη και ετοιμάστηκαν να αντιμετωπίσουν την αντεπίθεση του γαλλο-αυτοκρατορικού στρατού, αλλά αυτός απέφυγε τη σύγκρουση για ακόμη μια φορά.
Στις 3 Νοεμβρίου ο Φρειδερίκος συνέχισε την κίνηση του και συναντήθηκε με τις δυνάμεις του στρατάρχη Keith που έρχονταν από το Merseburg και του Πρίγκιπα Moritz κοντά στον οικισμό Braunsdorf. Οι Γάλλοι και ο αυτοκρατορικός στρατός (Reichsarmee) είχαν στρατοπεδεύσει κοντά στον οικισμό του Mϋcheln βόρεια, επειδή πίστευαν ότι οι Πρώσοι θα έρχονταν από την κατεύθυνση του Saale. Όμως ο Φρειδερίκος ήταν πίσω τους. Έτσι άλλαξαν τη διάταξη των δυνάμεων τους για να αντιμετωπίσουν τους Πρώσους που έφταναν από τα ανατολικά. Την επόμενη ημέρα ο Φρειδερίκος προέβη σε αναγνώριση των εχθρικών θέσεων και διαπίστωσε την ισχυρή αμυντικά θέση των αντιπάλων του. Μειονεκτώντας αριθμητικά διέταξε τους άντρες του να λάβουν θέσεις ανάμεσα στους οικισμούς του Ρόσμπαχ και Bedra και έστησε το αρχηγείο του στο Ρόσμπαχ.
ΑΝΤΙΠΑΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ
Ο πρωσικός στρατός
Αρχιστράτηγος του πρωσικού στρατού ήταν ο βασιλιάς Φρειδερίκος ο Β' επικουρούμενος από τον στρατάρχη James Keith. Ο πρωσικός στρατός αποτελούνταν από 27 τάγματα πεζικού και 56 πεδινά πυροβόλα, 45 ίλες ιππικού και 25 βαρέα πυροβόλα. Η συνολική δύναμη του ανέρχονταν στους 22.000 άντρες περίπου.
Ο γαλλο-αυτοκρατορικός στρατός
Ο ενωμένος γαλλο-αυτοκρατορικός στρατός διέθετε 62 τάγματα πεζικού (48 γαλλικά και 14 αυτοκρατορικά), 82 ίλες ιππικού (40 γαλλικές και 42 αυτοκρατορικές), καθώς και 45 πεδινά πυροβόλα. Η συνολική δύναμη του ανέρχονταν στους 41.100 άντρες. Αρχηγοί του ήταν ο Γάλλος αντιστράτηγος Charles de Rohan Πρίγκιπας του Soubise και ο Γερμανός στρατάρχης Πρίγκιπας Ιωσήφ του Saxe-Hildburghausen.
Η ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΩΝ ΔΥΟ ΑΝΤΙΠΑΛΩΝ
Ο συμμαχικός στρατός είχε λάβει θέση ανάμεσα στους οικισμούς Branderoda και Mϋcheln. Προωθημένα αποσπάσματα του υπό τη διοίκηση του αντιστράτηγου Claude Louis, Κόμη του Saint-Germain βρίσκονταν στα υψώματα του Schortau με εντολή να παρατηρούν κάθε κίνηση του αντιπάλου. Ο Κόμης διέθετε 8 τάγματα πεζικού και 12 ίλες ιππικού. Ο γαλλο-αυτοκρατορικός στρατός είχε παραταχτεί σε δυο γραμμές. Στη δεξιά πτέρυγα βρίσκονταν 29 ίλες ιππικού και δυο λόχοι καραμπινιέρων, στο κέντρο βρίσκονταν 30 τάγματα πεζικού και στην αριστερή πτέρυγα 12 ίλες ιππικού. Οι εφεδρείες του ανέρχονταν σε 8 τάγματα πεζικού και 10 ίλες ιππικού υπο τη διοίκηση του Victor François Δούκα de Broglie.
Η διάταξη των Πρώσων αποτελούνταν από δυο γραμμές. Στη δεξιά πτέρυγα βρίσκονταν 33 ίλες ιππικού του υποστράτηγου von Seydlitz. Στο κέντρο είχαν παραταχτεί τα τάγματα πεζικού του πρωσικού στρατού υπο το γενικό πρόσταγμα του αδελφού του Φρειδερίκου Πρίγκιπα Ερρίκου. Στην πρώτη γραμμή βρίσκονταν 20 τάγματα πεζικού και στη δεύτερη 6 τάγματα πεζικού και τα πυροβόλα του συνταγματάρχη Moller (18 πεδινά και 4 βαρέα). Σε ρόλο πλαγιοφυλακής βρίσκονταν οι 5 ίλες ιππικού των Ουσάρων του συνταγματάρχη von Szekely και ως προωθημένο απόσπασμα ανάμεσα στους οικισμούς Schortau και Leiha ένα τάγμα πεζικού και 7 ίλες ιππικού.
Η ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ
Η μάχη άρχισε στις 11:00 της 5ης Νοεμβρίου 1757. Οι Σύμμαχοι σχεδίασαν μια πλευρική κίνηση με σκοπό να υπερφαλαγγίσουν την αριστερή πτέρυγα των Πρώσων. Το έδαφος εκεί ήταν ομαλό χωρίς εμπόδια και επέτρεπε στο συμμαχικό στρατό να επιτεθεί με ορμή κατά των εχθρικών θέσεων. Ο γαλλο-γερμανικός στρατός κινήθηκε προς το Zeuchfeld σε τρεις φάλαγγες. Έπειτα έστριψε αριστερά και προέλασε κατά μήκος της κορυφογραμμής προς τον οικισμό Reichardtswerben πίσω από την αριστερή πτέρυγα των Πρώσων. Ο Φρειδερίκος, παρακολουθώντας τις κινήσεις των Συμμάχων από τη στέγη μιας έπαυλης στο Ρόσμπαχ, πείστηκε αρχικά ότι κατευθύνονταν νότια προς το Weissenfels και το Φράιμπουργκ μακριά από τις θέσεις του και γύρω στις 14:15 αποσύρθηκε για το γεύμα με τους επιτελείς του. Ο λοχαγός Friedrich Wilhelm von Gaudi που παρατηρούσε αδιάκοπα τις εχθρικές κινήσεις ανέφερε δυο ώρες αργότερα, ότι οι Σύμμαχοι πλησίαζαν τις πρωσικές θέσεις. Ο Φρειδερίκος διαπίστωσε την ορθότητα της αναφοράς του von Gaudi και είδε το γαλλο-γερμανικό στρατό να προσπερνά τον οικισμό Pettstädt για να τον χτυπήσει από τα αριστερά. Άμεσα διέταξε το στρατό του να ετοιμαστεί για μάχη.
Το σχέδιο μάχης των Πρώσων ήταν απλό. Θα σταματούσαν την εχθρική προέλαση μεταξύ των οικισμών Lundstadt και Reichardtswerben πραγματοποιώντας μια ξαφνική μετωπική επίθεση κατά των συμμαχικών φαλάγγων. Στις 15:00 ο υποστράτηγος von Seydlitz με 38 ίλες ιππικού κινήθηκε προς τα υψώματα Janus που βρίσκονταν πίσω από το Ρόσμπαχ. Τον ακολουθούσαν ο συνταγματάρχης πυροβολικού Karl Friedrich von Moller με 18 πυροβόλα και δυο φάλαγγες πεζικού. Επτά ίλες ιππικού παρέμειναν στο Ρόσμπαχ για να παρενοχλούν τις δυνάμεις του Κόμη Saint-Germain. Ο Moller έστησε τα πυροβόλα του στο λόφο Janus και ο Seydlitz συνέχισε την κίνηση του έως τις ανατολικές υπώρειες του λόφου. Εκεί παρέταξε το ιππικό του σε δυο γραμμές. Το πεζικό έλαβε θέσεις πίσω από το λόφο.
Οι Σύμμαχοι νόμιζαν ότι οι Πρώσοι υποχωρούσαν. Ο Πρίγκιπας του Soubise διέταξε την εμπροσθοφυλακή του να σταματήσει την προέλαση της στο λόφο Janus. Ο γαλλο-γερμανικός στρατός είχε χωριστεί σε τρεις φάλαγγες με το γαλλικά συντάγματα στην πρώτη γραμμή. Ακολουθούσαν οι Αυστριακοί θωρακοφόροι και το αυτοκρατορικό ιππικό. Δέκα γαλλικές ίλες ιππικού παρέμειναν σε εφεδρεία. Το έδαφος ήταν δύσβατο για την κίνηση τόσο μεγάλων σχηματισμών και αυτό είχε ως αποτέλεσμα την αργή προέλαση του συμμαχικού στρατού. Δυστυχώς η συμμαχική ηγεσία δεν είχε προβεί σε αναγνώριση του εδάφους. Έτσι ο γαλλο-γερμανικός στρατός βάδιζε στα τυφλά στην παγίδα του Φρειδερίκου.
Η παγίδα των Πρώσων
Τα πρωσικά πυροβόλα άνοιξαν πυρ στις 15:15 κατά της εμπροσθοφυλακής του γαλλο-γερμανικού στρατού που βρίσκονταν βόρεια του Reichardtswerben. Οι Σύμμαχοι διοικητές νόμιζαν ακόμα ότι οι Πρώσοι υποχωρούσαν για να αποφύγουν τον υπερκερωτικό ελιγμό. Μια γαλλική πυροβολαρχία προσπάθησε ανεπιτυχώς να ανταποδώσει τα πυρά. Αθέατος από τους Συμμάχους, ο von Seydlitz παρέταξε το ιππικό του σε δυο γραμμές. Η πρώτη γραμμή αποτελούνταν από 15 ίλες και η δεύτερη από 18. Οι 5 ίλες ιππικού των Ουσάρων του von Szekely παρατάχτηκαν στα αριστερά. Ο von Seydlitz περίμενε υπομονετικά μέχρι το συμμαχικό ιππικό να φτάσει σε απόσταση 1000 βημάτων από τους πρόποδες του λόφου Janus. Στις 15:30 εξαπέλυσε την επίθεση του. Οι 15 ίλες ιππικού της πρώτης γραμμής σάρωσαν τους εμβρόντητους Γαλλο-γερμανούς της εμπροσθοφυλακής. Η μάχη ήταν άγρια. Οι υπέρτερες δυνάμεις των Συμμάχων κατάφεραν να συγκρατήσουν την ορμή του πρωσικού ιππικού και να εξαπολύσουν μερικές αντεπιθέσεις. Βλέποντας τους συμπολεμιστές τους να μάχονται σκληρά στην πρώτη γραμμή, 24 συμμαχικές ίλες ιππικού προωθήθηκαν για να εμπλακούν στη σύγκρουση. Τότε ο von Seydlitz διέταξε τις υπόλοιπες 18 ίλες της δεύτερης γραμμής και το ιππικό του von Szekely να επιτεθούν με σκοπό να κυκλώσουν ολόκληρο το γαλλο-γερμανικό στρατό. Η ορμή των πρωσικών ιλών κατάφερε να διαλύσει το εχθρικό ιππικό και να το τρέψει σε φυγή πίσω προς τις γραμμές του πεζικού που ακολουθούσε.
Ο von Seydlitz δεν καταδίωξε το εχθρικό ιππικό και ανασυγκρότησε τις κουρασμένες ίλες του. Μετακίνησε το ιππικό του νοτιοανατολικά σε μια συστάδα δέντρων ανάμεσα στο Reichardtswerben και Obschutz σε απόσταση 2 χλμ. περίπου από το συμμαχικό πεζικό. Ταυτόχρονα με την πρώτη επίθεση του πρωσικού ιππικού, τα τάγματα πεζικού άρχισαν να προωθούνται νότια in echelon προς το Lundstadt σε δυο γραμμές. Έπειτα από λίγα λεπτά, η αριστερή πτέρυγα έφτασε βόρεια του Reichardtswerben και η δεξιά πλησίον του Lundstadt. Τότε ο Φρειδερίκος διέταξε τους άντρες του να σχηματίσουν μια γραμμή. Η καταστροφική ήττα του συμμαχικού ιππικού έσπειρε τον πανικό στις τάξεις του πεζικού. Όμως, ο Γερμανός στρατάρχης κατάφερε να οργανώσει τα γαλλικά συντάγματα πεζικού σε μια υποτυπώδη παράταξη μάχης, ενώ στα δεξιά τους παρέταξε τα έξι συντάγματα πεζικού του αυτοκρατορικού στρατού. Οι Πρώσοι περίμεναν υπομονετικά μέχρι να φτάσει ο εχθρός σε απόσταση 40 βημάτων και άνοιξαν πυρ. Οι ομοβροντίες από τα συντάγματα του von Kleist και του Δούκα του Μπραουνσβάιγκ, καθώς και οι βολές των πυροβόλων του συνταγματάρχη Moller θέρισαν τη συμμαχική παράταξη. Το γαλλο-γερμανικό πεζικό άρχισε να υποχωρεί καταδιωκόμενο από τους Πρώσους. Την ίδια στιγμή, ο von Seydlitz που παρακολουθούσε τη μάχη από απόσταση 2 χλμ. περίπου, διέταξε τις ίλες του να επιτεθούν κατά της εχθρικής δεξιάς πτέρυγας. Η μαζική επίθεση 38 ιλών ιππικού έδωσε τη χαριστική βολή στο ήδη διαλυμένο συμμαχικό πεζικό και το έτρεψε σε άτακτη φυγή. Οι ιππείς του Seydlitz καταδίωξαν τον εχθρό μέχρι το Pettstädt, ενώ το πρωσικό πεζικό σταμάτησε έξω από το Obschutz.
Το τέλος της μάχης
Η μάχη του Ρόσμπαχ διήρκεσε μιάμιση ώρα περίπου. Οι απώλειες των Συμμάχων ήταν μεγάλες και κυμαίνονταν μεταξύ 8.000 και 10.000 αντρών. Οι Πρώσοι έχασαν περίπου 548 άντρες. Η διαφορά στις απώλειες φανερώνει το μέγεθος της συντριβής του συμμαχικού στρατού. Οι Πρώσοι πήραν ως λάφυρα 72 πυροβολά και 7 λάβαρα, ενώ συνέλαβαν οκτώ Γάλλους στρατηγούς και 260 αξιωματικούς. Με τους επιχειρησιακούς ελιγμούς του και λιγότερο από το 25% της συνολικής δύναμης του (3.500 ιππείς, 18 πυροβόλα και τρία τάγματα πεζικού), ο Φρειδερίκος πέτυχε μια συντριπτική νίκη εναντίον του ενωμένου γαλλο-γερμανικού στρατού. Η τακτική του στη μάχη αποτελεί ορόσημο στην ιστορία της στρατιωτικής τέχνης.
Ο Πρίγκιπας του Soubise θεωρήθηκε ως ο κύριος υπεύθυνος της ήττας, αλλά αυτή η κατηγορία είναι άδικη. Έχοντας λάβει το βαθμό του αντιστρατήγου, εξαιτίας των καλών του σχέσεων με την Μαντάμ ντε Πομπαντούρ, την ερωμένη του Γάλλου βασιλιά Λουδοβίκου 15ου, δεν θεωρούνταν ένας χαρισματικός διοικητής ούτε είχε υπό τις διαταγές του το καλύτερο στράτευμα. Τα πιο αξιόλογα στρατεύματα βρίσκονταν υπο τις διαταγές του στρατάρχη Louis Charles César Le Tellier στο Ρήνο. Ο στρατός του Soubise προέλασε μέσα στη Γερμανία δηώνοντας τα πάντα στο πέρασμα του ακολουθούμενος από ένα ετερόκλητο πλήθος 12.000 ανθρώπων άσχετων με τη στρατιωτική τέχνη. Από την άλλη πλευρά, ο αυτοκρατορικός στρατός (Reichsarmee) που αποτελούνταν από διάφορες στρατιωτικές μονάδες των κρατιδίων της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, δεν επέδειξε κάτι αξιόλογο. Ήταν ανεκπαίδευτος και απείθαρχος. Ο διοικητής του στρατάρχης Saxe-Hildburghausen ήταν επίσης νωθρός και αργόστροφος. Από θρησκευτικής πλευράς, πολλοί στρατιώτες του ήταν Προτεστάντες και καχύποπτοι απέναντι στους Γάλλους συμμάχους τους, παρά στους Πρώσους.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ-ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ
Η νίκη των Πρώσων στο Ρόσμπαχ ικανοποίησε πολλούς Γερμανούς που την είδαν ως αντίποινα για τις γαλλικές φρικαλεότητες στα κρατίδια του Ρήνου και στο Παλατινάτο κατά τη διάρκεια των πολέμων του Λουδοβίκου 14ου τον 17ο αιώνα, όπως του Πολέμου της Μεγάλης Συμμαχίας (1688-1697). Η νίκη ενδυνάμωσε τις σχέσεις της Πρωσίας με τη Μ. Βρετανία και έδωσε την ευκαιρία στην Αγγλία να συνεχίσει την επιθετική αποικιακή πολιτική της στη Β. Αμερική κατά της Γαλλίας.
Η Μ. Βρετανία αύξησε την οικονομική βοήθεια στον Φρειδερίκο, ενώ το Μάρτιο του 1759 η Γαλλία με την υπογραφή της Τρίτης Συνθήκης των Βερσαλλιών, μείωσε τη στρατιωτική και οικονομική συνεισφορά της στη Συμμαχία, αφήνοντας ουσιαστικά τους Αυστριακούς μόνους απέναντι στην Πρωσία. Οι Γάλλοι συνέχισαν την εκστρατεία τους κατά του Αννόβερο και της Ρηνανίας, αλλά ο στρατός του Αννόβερο υπο τη διοίκηση του Φερδινάνδου Δούκα του Μπραουνσβάιγκ, τους κράτησε έξω από τη Γερμανία έως το τέλος του πολέμου.
Την ίδια στιγμή που οι Πρώσοι νικούσαν τους Γαλλο-γερμανούς στο Ρόσμπαχ, οι Αυστριακοί ανακατέλαβαν τη Σιλεσία και κυρίευσαν το Μπρεσλάου στα τέλη του Νοεμβρίου. Μαθαίνοντας τα θλιβερά νέα, ο Φρειδερίκος με το στρατό του άφησε το Ρόσμπαχ και προέλασε ανατολικά, καλύπτοντας μια απόσταση 274 χλμ. σε δώδεκα ημέρες. Στον οικισμό του Liegnitz συνάντησε τους επιζώντες της μάχης του Μπρεσλάου. Διαθέτοντας συνολικά 33.000 άντρες εξαντλημένους από την κούραση συνέτριψε τους Αυστριακούς στη μάχη του Leuthen στις 5 Δεκεμβρίου 1757.
ΧΡΗΣΙΜΟΙ ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ
Άρθρα
- Η μάχη του Ρόσμπαχ 1757 - άρθρο στη Wikipedia
- Η μάχη του Ρόσμπαχ 1757 - Warfare History Network
- Η μάχη του Ρόσμπαχ 1757 - Kronoskaf